- Ἶαπετιονίς
- Ἶᾰπετῑονίς f. adj.,1 of Iapetos ὑμέτεροι πρόγονοι ἀρχᾶθεν, Ἰαπετιονίδος φύτλας κοῦροι κορᾶν καὶ φερτάτων Κρονιδᾶν (Ἰαπετοῦ δὲ πάλιν ὁ Ἐπιμηθεύς, οὗ καὶ Πανδώρας Πύρρα Σ.) O. 9.55
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.